Πέμπτη 28 Μαρτίου 2024
weather-icon 21o
Μίνι αφιέρωμα Διαβήτης: Σακχαρώδης Διαβήτης Τύπου ΙΙ: Νέα απειλή για παιδιά και εφήβους

Μίνι αφιέρωμα Διαβήτης: Σακχαρώδης Διαβήτης Τύπου ΙΙ: Νέα απειλή για παιδιά και εφήβους

Ο Τύπος ΙΙ Σακχαρώδη Διαβήτη δεν θεωρείτο παιδιατρική νόσος μέχρι προσφάτως. Δυστυχώς όμως, διαπιστώνεται μια ανησυχητική τάση αύξησης της συχνότητας του Τύπου ΙΙ Διαβήτη σε παιδιά, και ιδίως εφήβους, ως συνέπεια παχυσαρκίας.

Ο Τύπος ΙΙ Σακχαρώδη Διαβήτη δεν θεωρείτο παιδιατρική νόσος μέχρι προσφάτως. Δυστυχώς όμως, διαπιστώνεται μια ανησυχητική τάση αύξησης της συχνότητας του Τύπου ΙΙ Διαβήτη σε παιδιά, και ιδίως εφήβους, ως συνέπεια παχυσαρκίας.

Όπως είναι γνωστό, ο Τύπος ΙΙ αποτελεί τη συχνότερη μορφή Σακχαρώδους Διαβήτη στους ενήλικους και είναι αποτέλεσμα ανθεκτικότητας στην ινσουλίνη με διαταραχή στην έκκρισή της.

Τα παιδιά με Τύπο ΙΙ Διαβήτη παρουσιάζουν συμπτωματολογία, που χαρακτηρίζεται από βαρειές εκδηλώσεις ινσουλινικής ανεπάρκειας μέχρι περιοδικήςελαφράς υπεργλυκαιμικής τάσεως. Στην εκδήλωσή του οι ασθενείς μπορεί να εμφανίζουν κετονουρία με ή χωρίς κετοξέωση και τα οξέα συμmώματα, που είναι συμβατά με Σακχαρώδη Διαβήτη, δηλαδή πολυουρία, πολυδιψία, νυκτουρία και απώλεια σωματικού βάρους.

Η διαφορική διάγνωση από τον Τύπο Ι Διαβήτη καθίσταται αρχικά δυσχερής. Καθώς όμως με την πάροδο μηνών ή ετών, εμφανίζεται παρατεταμένος μήνας του μέλιτος, για τον οποίο δεν απαιτείται χορήγηση ινσουλίνης, διαπιστώνεται ότι ενίοτε επιμένει υπεργλυκαιμία με γλυκοζουρία και αυξημένη γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη. Επαναλαμβανόμενες υποτροπές βαρειάς υπεργλυκαιμίας και κετονουρίας δεν είναι ασυνήθεις κατά τα πρώτη έτη. Υπάρχουν όμως και ασυμπτωματικοί ασθενείς.

Είναι εμφανές ότι μαζί με την παχυσαρκία, καθώς και με την ανεπαρκή σωματική άσκηση λόγω τηλεόρασης και ηλεκτρονικών υπολογιστών, ένας νέος κίνδυνος αναφύεται για τους εφήβους μας, ο τύπος ΙΙ διαβήτη. Ήδη το μέγεθος του προβλήματος αναγνωρίζεται ιδιαίτερα σε διάφορες εθνικές ομάδες, όπως στους παχύσαρκους μαύρους εφήβους της Αμερικής, τους λατινοαμερικανούςκαι τους κατοίκους των νησιών του Ειρηνικού Ωκεανού.

Είναι σαφές ότι η χρόνια υπεργλυκαιμία, συνέπεια του τύπου ΙΙ διαβήτη (ΣΔΤΙΙ), αποτελεί σοβαρό παράγοντα κινδύνου για την εμφάνιση μακροχρόνιων επιπλοκών, στις οποίες περιλαμβάνονται η πρώιμη ανάπτυξη καρδιαγγειακής νόσου, νεφρικής ανεπάρκειας, μείωσης της οπτικής οξύτητας, ακόμη και ακρωτηριασμών.

Είναι συνεπώς αναγκαίο να παρέχουν συμβουλή στους γονείς για την πρόληψη του ΣΔ ΤΙΙ οι παιδίατροι από τη θέση τους, ή να θέτουν έγκαιρα τη διάγνωση και να παρέχουν την ενδεικνυόμενη θεραπεία.

Θεωρείται σήμερα ορθό το ποσοστό 6.6% των Αμερικανών 20-74 ετών, που έχει υπολογιστεί ότι πάσχουν από ΣΔΤΙΙ. Ο ΣΔΤΙΙ ήδη αναλογεί τουλάχιστον στο 10% των παιδιών και εφήβων στις ΗΠΑ, που διαγιγνώσκονται να πάσχουν από διαβήτη.

Η αναλογία αυτή μάλιστα φαίνεται να αυξάνει Έχει παρατηρηθεί μάλιστα ότι το 40% των παιδιών των ατόμων με ΣΔΤΙΙ θα εμφανίσουν διαβήτη κάποτε στη ζωή τους. Δυστυχώς, ο ΣΔΤΙΙ εξελίσσεται ασυμπτωματικά για πολλά χρόνια και φαίνεται ότι, ενώ στο 50% των πασχόντων ο διαβήτης είναι αδιάγνωστος, οι μακροχρόνιες επιπλοκές αποτελούν ‘βραδυφλεγή βόμβα’ στον οργανισμό τους.

Σε αντίθεση με τον ΣΔΤΙ (ινσουλινοεξαρτώμενο σακχαρώδη διαβήτη), ο οποίος οφείλεται αποκλειστικά σε διαταραχή της εκκρίσεως ινσουλίνης, ο ΣΔΤΙΙ οφείλεται σε διάφορες διαταραχές του οργανισμού ως προς τη διατήρηση φυσιολογικής ομοιόστασης της γλυκόζης.

Συνήθως ο ΣΔΤΙΙ οφείλεται: 1) είτε σεινσουλινική αντίσταση, 2) είτε σε διαταραχή εκκρίσεως ινσουλίνης, ή σε προοδευτική ανεπάρκεια των β-κυττάρων. Είναι γνωστόν, ότι η παχυσαρκία αυξάνειτην αντίσταση στην ινσουλίνη και προδιαθέτει για διαβήτη. Συνδυασμός επίδρασης γενετικών και περιβαλλοντικών παραγόντων αποδεικνύεται στα παιδιά διαβητικών γονέων, τα οποία καθίστανται περισσότερο ανθεκτικά στην ινσουλίνη καθώς κερδίζουν επιπρόσθετο βάρος, σε σύγκριση με εκείνα χωρίς οικογενειακό ιστορικό διαβήτη.

Επειδή η συχνότητα της παχυσαρκίας αυξάνεται όλο και περισσότερο στα παιδιά υφίσταται κίνδυνος, να διαφεύγει η διάγνωση του διαβήτη τύπου ΙΙ σ’ αυτά για πολλά χρόνια, καθιστώντάς τα επιρρεπή στις επιπλοκές της νόσου.

Κατόπιν τούτου η Αμερικανική Ακαδημία Παιδιατρικής (ΑΑΠ) , μαζί με την Αμερικανική Εταιρεία Διαβήτη (ΑΔΕ) δημοσίευσαν κοινή απόφαση στα περιοδικάτους ‘Pediatrics’ και ‘Diabetes Care’ τον περασμένο Μάρτιο με συστάσεις για την ανίχνευση παιδιών και εφήβων με διαβήτη. Η ανίχνευση πρέπει να ξεκινήσει από τα 10 χρόνια στα άτομα με υψηλό κίνδυνο, που είναι τα παχύσαρκα, ή προέρχονται από συγκεκριμένες εθνικές ομάδες, ή εμφανίζουν κλινικές εκδηλώσεις ανθεκτικότητας στην ινσουλίνη.

Γενικώς, τα διαγνωστικά κριτήρια διαβήτη είναι: Γλυκόζη νηστείας στο πλάσμα 110-120mg/dl, ή 140-200mg/dl δύο ώρες μεταγευματικά σε καμπύλη ανοχής γλυκόζης από το στόμα. Ασφαλώς, οι τιμές αυτές αντιπροσωπεύουν παράγοντες κινδύνου για διαβήτη και καρδιαγγειακή νόσο και όχι κλινικές οντότητες. Αν εφαρμόζεται μέτρηση γλυκόζης τριχοειδικού (ολικού) αίματος, θα πρέπει να ρυθμίζεται η αντιστοιχία με τις τιμές γλυκόζης του πλάσματος. Για την ανίχνευση δε συνιστώνται η HbAlc (γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη), ή οι τιμές ινσουλίνης/c-πεπτιδίου.

Ο ΣΔΤΙΙ, χαρακτηρίζεται συνήθως από ήπια έναρξη. Οι πάσχοντες εμφανίζουν αντοχή στην ινσουλίνη και σχετική ινσουλινική ανεπάρκεια. Αρχικά τουλάχιστον δε χρειάζονται χορήγηση ινσουλίνης. Η ηλικία διάγνωσης αντιστοιχεί μετην είσοδο στην εφηβεία, στην οποία υπάρχει ούτως ή άλλως ανθεκτικότηταστην ινσουλίνη. Τα πάσχοντα άτομα είναι συνήθως παχύσαρκα. Αν δεν είναι, μπορεί να εμφανίζουν κεντρική (κοιλιακή) υπερλίπωση, η οποία αιτιολογικά συνδέεται με αντοχή στην ινσουλίνη. Επιπροσθέτως μέχρι και 86% των εφήβων με ΣΔ ΤΙΙ εμφανίζουν μελανίζουσα ακάνθωση σε αντίθεση με 7% των υγιών παιδιών.

Παχύσαρκοι έφηβοι με εμφάνιση διαβήτη και βαρειά κετωτική υπεργλυκαιμία (> 750mg/dl), συνήθως πάσχουν από ΣΔΤΙΙ, οπότε και περιπεύει κάθε επιπλέον εργαστηριακός έλεγχος. Χρησιμότερο είναι να πληροφορηθεί ο γιατρός για το κληρονομικό ιστορικό, για άλλα άτομα με διαβήτη στην οικογένεια, την ηλικία διάγνωσης και τι θεραπεία έκαναν.

Ο ΜODY (Διαβήτης ωριμότητος εμφανίσεωςστους νέους) είναι κληρονομικο-επικρατούν νόσημα, διαφορετικό από τον ΣΔ ΤII. Χαρακτηρίζεται από διαταραχή της εκκρίσεως ινσουλίνης με ελάχιστη ή καθόλου ινσουλινική αντοχή. Η εμφάνισή του επέρχεται πριν από την ηλικία των 25 ετών. Οι πάσχοντες συνήθως ρυθμίζονται αρχικά με υπογλυκαιμικούς παράγοντες από το στόμα. Οι συνήθεις κλινικές εκδηλώσεις στην εμφάνιση κυμαίνονται από την ασυμπτωματική υπεργλυκαιμία μέχρι την απώλεια βάρους και αφυδάτωση.

Θεραπευτική αντιμετώπιση

Ασχετα με την τελική διαγνωστική κατάταξη, έφηβοι που προσέρχονται σοβαρά επηρεασμένοι και με σημαντική υπεργλυκαιμία (>300mg/dl), πρέπει να αντιμετωπίζονται αρχικά με ινσουλίνη και να συνεχισθεί η καθιερωμένη αγωγή για τη θεραπεία του ΣΔΤΙΙ. Φυσικά, αυτό ισχύει στα άτομα εκείνα που αποκλείσθηκε η διάγνωση του ΣΔΤΙ.

Πρέπει να παρακολουθούνται συστηματικά η γλυκόζη αίματος, τα λιπίδια, η αρτηριακή πίεση και η ύπαρξη επιπλοκών. Επειδή ο ΣΔΤΙΙ δεν είναι ανοσολογική νόσος, δεν απαιτείται φυσικά έλεγχος του θυρεοειδούς.

Στην αντιμετώπιση είναι σημαντική η εκπαίδευση του πάσχοντος στον αυτοέλεγχο της γλυκόζης αίματος. Με τον τρόπο αυτό ο έφηβος μετέχει στη θεραπευτική ομάδα και θα είναι καλύτερα στη θέση να μειώσει την πρόσληψη υδατανθράκων. Οι προγευματικές τιμές φαίνεται να επηρεάζουν πολύ περισσότεροτα επίπεδα της HbAlc και για το λόγο αυτό θα συστηθούν προγευματικές μετρήσεις, όχι τόσο συχνές όσο στον ΣΔ ΤΙ.

Οι δυσλιπιδαμίες είναι συχνό πρόβλημα του ΣΔ ΤΙΙ. Είναι γνωστό ότι αυξάνουν 2-4 φορές τον κίνδυνο για καρδιαγγειακή νόσο. Αντικατοπτρίζουν ποικίλου βαθμού ινσουλινική αντοχή, παχυσαρκία, αυξημένη διατροφή και κακό γλυκαιμικό έλεγχο. Όπως αναμένεται, η χαρακτηριστική εικόνα είναι των αυξημένων τριγλυκεριδίων και της ελαττωμένης ΗDL-χοληστερόλης.

Συνιστάται στους παιδιάτρους που δεν έχουν επιτύχει να βελτιώσουν τον έλεγχο με μείωση σωματικού βάρους, μείωση πρόσληψης κορεσμένου λίπους, χορήγηση υπογλυκαιμικών δισκίων, και όταν έχουν αυξημένα τριγλυκερίδια και LDL άνω των 130mg/dl να παραπέμπουν τον ασθενή σε διαβητολογικό κέντρο. Έλεγχο λιπιδίων απαιτείται ετησίωςσ’ αυτές τις περιπτώσεις, ή ανά δύο έτη στα υπόλοιπα παιδιά και εφήβους με ΣΔ ΤΙΙ.

Δεν πρέπει να λησμονείται ότι ο ΣΔ ΤΙΙ είναι μία εξελισσόμενη νόσος, που πιθανώς να απαιτήσει τη χορήγηση ινσουλίνης. Καλή ρύθμιση με τροποποίηση συνηθειών διατροφής και άσκησης μπορεί να καθυστερήσει αυτό για πολλά χρόνια.

Η θεραπευτική αντιμετώπιση του ΣΔ ΤΙΙ στοχεύει στις γνωστές παθοφυσιολογικές απόψεις της νόσου, δηλαδή στην αντίσταση στην ινσουλίνη, την ηπατική υπερπαραγωγή γλυκόζης και τη σχετική ινσουλινική ανεπάρκεια. Οι στόχοι είναι ακριβώς οι ίδιοι όπως στον ΣΔΤΙ. Συνιστάται παρακολούθηση ανά 1-3 μήνες, έως ότου επιτευχθεί η καλή ρύθμιση της γλυκόζης, δηλαδή με HbAlc όσο το δυνατό κοντά στα φυσιολογικά επίπεδα.

Σημαντική είναι και η τηλεφωνική επαφή με το Διαβητολογικό Κέντρο. Πάντως είναι απαραίτητο σε κάθε επίσκεψη στο ιατρείο να τονίζεται η σημασία του καλού ελέγχου της γλυκόζης υπογραμμίζοντας έτσι την σοβαρότητα του διαβήτη.

Πρώτο θεραπευτικό μέλημα είναι η τροποποίηση της διατροφής, ούτως ώστε να επιτευχθούν: 1. όσο το δυνατό πιο φυσιολογικές τιμές γλυκόζης στο αίμα, 2. φυσιολογικά επίπεδα λιπιδίων στον ορό, 3. μείωση του σωματικού βάρους και φυσικά, 4. φυσιολογική αύξηση και ανάπτυξη.

Η ημερήσια κατανομή υδατανθράκων μοιράζεται κατά τη διάρκεια της ημέρας, η δίατα όμως πρέπει να εξατομικεύεται. Να αποφεύγονται οι λίαν υποθερμιδικές δίαιτες. Ασχετα με τη μείωση του βάρους η άσκηση είναι πολύ σημαντική, γιατί αυξάνει την μεταφορά γλυκόζης στους σκελετικούς μυς. Πρέπει να συνιστάται τουλάχιστον ταχεία βάδιση επί 150 λεπτά εβδομαδιαίως. Ανάλογα με το επίπεδο αντοχής του, μπορεί να αρχίζει ο έφηβος με 10 έως 15 λεπτά βάδισης ημερησίως ή ακόμη με ελαφρά aerobics για να καταλήξει στα 150 λεπτά την εβδομάδα.

Είναι ακόμη καλύτερα, αν η άσκηση γίνεται με ένταξη σε ομάδα ή με ολόκληρη την οικογένεια, πράγμα που προτιμούν οι έφηβοι. Θα πρέπει να εξηγηθεί, ότι ο περιορισμός της προσλαμβανομένης ποσότητας υδατανθράκων, θα δώσει αποτέλεσμα (μείωση της μεταγευματικής γλυκόζης) μέσα σε 4 ημέρες.

Η μείωση του βάρους θα έχει αποτέλεσμα στα επίπεδα προγευματικής γλυκόζης μετά από μήνες. Αν δεν επιτευχθεί πτώση των επιπέδων γλυκόζης σε 3 μήνες, μετά τη σημαντική μείωση του βάρους, αυτό πρέπει να οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι δεν επαρκεί μόνο η άσκηση και η δίαιτα και θα πρέπει να προχωρήσουμε στη χορήγηση υπογλυκαιμικών φαρμάκων από το στόμα ή και ινσουλίνης, ιδιαίτερα ανη HbAlc παραμένει άνω των 8%. Ο παιδίατρος πρέπει να έχει κατά νου τα εξής, όσον αφορά τη χορήγηση υπογλυκαιμικών φαρμάκων:

1. Η ανταπόκριση του οργανισμού στα φάρμακα ακολουθεί στιγμοειδή καμπύλη με ταχεία αύξηση της θεραπευτικής δραστηριότητας, επιπέδωση και τελικώς μείωση στο μέγιστο θεραπευτικό αποτέλεσμα.

2. Το ήμισυ της μεγίστης δόσης δίδει περισσότερο από το ήμισυ του μεγίστου αποτελέσματος (60-80%)

3. Οι παρενέργειες αυξάνουν βραδέως στις χαμηλές δόσεις και στη συνέχεια πολύ ταχύτερα στις υψηλές.

Είναι γνωστό από μελέτες ενηλίκων ότι περίπου 25% επιτυγχάνουν τιμές HbAlc καλύτερες του 8% με μονοθεραπεία, 50% εμφανίζουν μερική ανταπόκριση και 25% δεν ανταποκρίνονται σ’ ένα μόνο φαρμακευτικό παράγοντα.

Πολλοί παιδοενδοκρινολόγοι χορηγούν διγουανίδη, ως πρώτο φάρμακο στους παχύσαρκους εφήβους. Οι διγουανίδες δρουν μέσω μείωσης της ηπατικής παραγωγής γλυκόζης, μειώνοντας έτσι και την προγευματική τιμή γλυκόζης. Συγχρόνως οι βιγουανίδες βελτιώνουν το λιπιδόγραμμα με μείωση της ολικής και LDL χοληστερόλης, των τριγλυκεριδίων και αύξηση της ΗDL χοληστερόλης.

Κυριότερη παρενέργεια, είναι μέτρια γαστρεντερικά συμπτώματα, που υποχωρούν. Η υπογλυκαιμία είναι σπάνια, ενώ η γαλακτική οξέωση, που σχετιζόταν με την πενφορμίνη, είναι σήμερα εξαιρετικά σπάνια με την μετφορμίνη (Glucophage), που χρησιμοποιείται σήμερα.

Η αρχική δοσολογία της μετφορμίνης είναι 500mg ημερησίως σε μία ή δύο δόσεις. Κάθε 2 έως 3 εβδομάδες, αυξάνεται ανά 500mg μέχρι τη μέγιστη ημερήσια δόση των 2200mg. Συνήθως (στο 80% των περιπτώσεων) η δράση του φαρμάκου στην γλυκόζη νηστείας επιτυγχάνεται στα 1500mg. Αν μέσα σε 6-8 εβδομάδες η δόση αυτή δεν είναι δραστική, θεωρείται απαραίτητη η χορήγηση και δεύτερου φαρμάκου. Προσοχή απαιτείται επί αφυδατώσεως ή σύγχρονης χορήγησης, ακτινοδιαγνωστικών φαρμάκων.

Η μετφορμίνη μπορεί να χορηγηθεί σε συνδυασμό με ινσουλίνη και σουλφονυλουρίες. Οι τελευταίες προάγουν την απελευθέρωση ινσουλίνης από το β-κύπαροκαι μειώνουν την ινσουλινική αντίσταση.

Σπάνια πλέον χρησιμοποιούνται οι σουλφονυλουρίες πρώτης γενιάς, όπως η τολβουταμίδη (Rastinon), η τολαζαμίνη και ηχλωροπροπαμίδη (Diabinese), λόγω συνεργείας με άλλα φάρμακα και της πρόκλησης υπογλυκαιμίας.

Τα νεότερα παράγωγα, η γλιπιζίδη (Glibenese, Minodiab), γλικλαζίδη (Diamicron), η λυβουρίδη και η γλιμεπιρίδη, η γλιβενκλαμίδη (DaoniI, Euglycon) έχουν λιγότερες παρενέργειες, αλλά δυναμική ενέργεια με τις σουλφοναμίδες, την φλουκοναζόλη και την κιπροφλοξασίνη, που οδηγεί σε υπογλυκαιμία.

Τα φάρμακα αυτά χορηγούνται σε μια πρωινή δόση. Αρχικά χορηγείται η μικρότερη δόση και αυξάνεται ανά 2-3 εβδομάδες, μέχρις ότου επιτευχθούν φυσιολογικέςτιμές γλυκόζης νηστείας, ή εμφανιστούν παρενέργειες, ή πρέπει να επιτευχθεί ημεγίστη δόση.

Σχετικό φάρμακο είναι και η ρεπαγλινίδη, που προάγει την έκκρισηινσουλίνης, αλλά ακολουθεί διαφορετικό μηχανισμό δράσεως από τις σουλφονυλουρίες. Η ρεπαγλινίδη χορηγείται πριν από κάθε γεύμα.

Επειδή τα φάρμακα αυτά είναι λιγότερο αποτελεσματικά όταν η γλυκόζη νηστείας υπερβαίνει τα 250mg/dl, ο παιδίατρος πρέπει να χορηγήσει ινσουλίνη, την οποία και αντικαθιστά με σουλφονυλουρία όταν μειωθούν τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα. Πρέπει να σημειωθεί ότι οι σουλφονυλουρίες αυξάνουν το σωματικό βάρος, πράγμα που συμβάλλει στην περαιτέρω αύξηση της ανθεκτικότητας στην ινσουλίνη. Αυτός είναι και ο λόγος που δεν είναι το αρχικό φάρμακο εκλογής.

Αναστολείς τις γλυκοσιδάσης

Η ακαρβόζη (Glucobay) και η μιγλιτόλη είναι αναστολείς της γλυκοσιδάσης, που καθυστερούν την απορρόφηση των υδατανθράκων στο έντερο, μειώνοντας έτσι τη μεταγευματική αύξηση της γλυκόζης στο αίμα.

Τα φάρμακα αυτά είναι πολύ ωφέλιμα όταν χορηγούνται σε συνδυασμό με άλλουςυπογλυκαιμικούς παράγοντες. Δυστυχώς, γαστρεντερικά συμmώματα, κοιλιακά άλγη, διάρροια κ.λ.π. δεν είναι ασυνήθη. Ευτυχώς όμως, οι αναστολείς αυτοί, δεν προκαλούν αύξηση του βάρους ή υπογλυκαιμία. Πρέπει ναχορηγούνται πριν από κάθε γεύμα, ξεκινώντας από 25mg και βραδέως αυξάνοντας τη δόση, μέχρι την μέγιστη των 300mg, τρείς φορές την ημέρα.

Οι θειαζολιδινεδιόνες αυξάνουν την δράση της ινσουλίνης στους μυς, το λιπώδη ιστό και πιθανότατα στο ήπαρ. Η τρογλιταζόνη υπήρξε το πρώτο φάρμακο αυτής της κατηγορίας, αλλά απεσύρθη από την κυκλοφορίαστις ΗΠΑ, λόγω βαρείας ηπατοτοξικότητας. Οι νεότερες θειαζολιδινεδιόνες, η πιογλιταζόνη και η ροσιγλιταζόνη θεωρούνται ασφαλέστερες, αλλά η χορήγησή τους σε παιδιά και εφήβους προς το παρόν δε συνιστάται.

Η ινσουλίνη μπορεί να χορηγηθεί σε μία νυκτερινή δόση, προκειμένου να μειωθεί η γλυκόζη νηστείας, ή σε 2 ή περισσότερες δόσεις όπως στον ΣΔΤΙ. Η προσθήκη μιάς νυκτερινής δόσης ινσουλίνης έχει το πλεονέκτημα ότι επιτρέπει τη χορήγηση μικροτέρων δόσεων ινσουλίνης και του υπογλυκαιμικού παράγοντος.

Συνιστάται η χορήγηση μιάς δόσης ενδιάμεσης δράσης ινσουλίνης πριν από το μικρό γεύμα προ του ύπνου ή μακράς δράσηςστο βραδυνό γεύμα. 5-10 μονάδες είναι ασφαλής αρχική δόση. Η δόση αυτή αυξάνεται μέχρις επιτεύξεως του επιθυμητού αποτελέσματος στην τιμήτης γλυκόζης νηστείας. Προσθήκη ταχείας δράσης ινσουλίνης στη βραδυνή δόση (με το βραδυνό γεύμα), που ρυθμίζεται βάσει των επιπέδων τηςγλυκόζης αίματος προ του ύπνου είναι απαραίτητη σε παιδιά, που καταναλώνουν μεγάλες ποσότητες υδατανθράκων.

Τονίζεται ο σημαντικός ρόλος του παιδιάτρου στη φροντίδα παχύσαρκων κυρίως εφήβων με ΣΔΤΙΙ. Δεν πρέπει όμως να παραλείπεται η συνεργασία με τον ειδικό παιδοδιαβητολόγο, ή ακόμη καλύτερα με την πολυεπιστημονική ομάδα διαβήτη για καλύτερη θεραπευτική φροντίδα. Είναι απαραίτητη η έγκαιρη αναγνώριση, σταθερή παρακολούθηση και επιθετική θεραπευτική αγωγή, προκειμένου να επιτευχθεί ο καλύτερος έλεγχος τηςυπεργλυκαιμίας και μειωθεί ο κίνδυνος μακροχρόνιων επιπλοκών.

Ο έλεγχος για τύπο ΙΙ διαβήτη σε παιδιά

Κριτήρια

Παχυσαρκία (ΒΜI>85η εκατ. θέση για ηλικία, φύλο, βάρος προς ανάστημα>85η εκατ. θέση, ή βάρος> 120% του ιδανικού για το ανάστημα.

Επιπλέον:

Οποιοσδήποτε από τους παρκάτω δύο παράγοντες κινδύνου:

  • Οικογενειακό ιστορικό τύπουΙΙ διαβήτη σε συγγενή πρώτου ή δεύτερου βαθμού
  • Φυλή/Εθνότητα υψηλού κινδύνου
  • Σημεία ινσουλινικής αντιστάσεως, ή καταστάσεις συνδυαζόμενες με ινσουλινική αντίσταση (μελανίζουσα ακάνθωση, υπέρταση, δυσλιπιδαιμία, σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών)
  • Ηλικία ελέγχου: Από 10 ετών ή από την έναρξη της εφηβείας, ή και νωρίτερα, αν η εφηβεία αρχίσει νωρίτερα.
  • Συχνότητα: Κάθε 2 έτη
  • Δοκιμασία: Προτιμάται γλυκόζη πλάσματος νηστείας

Το άρθρο περιλαμβάνεται στο βιβλίο του κύριου Σταύρου Μπεσμπέα, προέδρου της Ελληνικής Αντικαρκινικής Εταιρείας «Πρόληψη και Έγκαιρη Διάγνωση Νοσημάτων Φθοράς»- Ενημέρωση του κοινού, (Β’ Έκδοση)

Αύριο διαβάστε το άρθρο Διαβητική Αμφιβληστροειδοπάθεια: προλάβετέ την

health.in.gr

Sports in

Κυκλοφορούν και… εξαφανίζονται τα εισιτήρια για το πρώτο ματς με τη Φενέρμπαχτσε

Η ανακοίνωση της ΠΑΕ Ολυμπιακός για τα εισιτήρια του μεγάλου αγώνα με τη Φενέρμπαχτσε

Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

in.gr | Ταυτότητα

Διαχειριστής - Διευθυντής: Λευτέρης Θ. Χαραλαμπόπουλος

Διευθύντρια Σύνταξης: Αργυρώ Τσατσούλη

Ιδιοκτησία - Δικαιούχος domain name: ΑΛΤΕΡ ΕΓΚΟ ΜΜΕ Α.Ε.

Νόμιμος Εκπρόσωπος: Ιωάννης Βρέντζος

Έδρα - Γραφεία: Λεωφόρος Συγγρού αρ 340, Καλλιθέα, ΤΚ 17673

ΑΦΜ: 800745939, ΔΟΥ: ΦΑΕ ΠΕΙΡΑΙΑ

Ηλεκτρονική διεύθυνση Επικοινωνίας: in@alteregomedia.org, Τηλ. Επικοινωνίας: 2107547007

Πέμπτη 28 Μαρτίου 2024